top of page

Gordon Parks

Η μουσική υπόκρουση είναι του Isaac Hayes και τιμήθηκε με το Oscar® for Best Original Song, από την κινηματογραφική ταινία  "Shaft" σε σκηνοθεσία Gordon Packs

"Διάλεξα την φωτογραφική μηχανή ως όπλο μου ενάντια σε ότι μισούσα περισσότερο:

τον ρατσισμό, την αδικία και την φτώχεια. Θα μπορούσα εξίσου εύκολα να διαλέξω ένα όπλο ή ένα μαχαίρι, όπως έκαναν πολλοί παιδικοί μου φίλοι... οι περισσότεροι από αυτούς είναι τώρα στην φυλακή ή νεκροί. Εγώ όμως αισθάνθηκα ότι με κάποιο τρόπο θα μπορούσα να προσπεράσω αυτό το κακό, κάνοντας κάτι όμορφο για τους ανθρώπους γύρω μου και για μένα."

 

Ο Gordon Parks ήταν μια πολυτάλαντη προσωπικότητα (φωτογράφος, σκηνοθέτης, μουσικός, ζωγράφος, δημοσιογράφος, ποιητής και μυθιστοριογράφος) 

Γεννήθηκε στο Fort Scott του Kansas στις στις 30 Νοεμβρίου του 1912 και πέθανε στην Ν. Υορκη στις 7 Μαρτιου 2006 σε ηλικία 94 ετών. Ήταν το μικρότερο από τα 15 παιδιά μια φτωχής Αφροαμερικανικής οικογένειας.

Βασική επιρροή στη ζωή του άσκησε η μητέρα του η οποία αρνιόταν να του δικαιολογήσει ενδεχόμενες αποτυχίες στη ζωή του επειδή ήταν μαύρος. Του έλεγε όπως αναφέρει: " Εάν αυτό μπορεί να το κάνει ένα λευκό παιδί, τότε μπορείς να το κάνεις και εσύ -και κάνε το καλύτερα, διαφορετικά να μην έλθεις στο σπίτι".

Όταν ήταν 15 χρονών η μητέρα του πέθανε και η οικογένεια διαλύθηκε. Αρχικά ο πατέρας του τον έστειλε να μείνει σε μια αδελφή του αλλά σύντομα η σύγκρουση με τον γαμπρό του τον ανάγκασε να φύγει και να προσπαθεί να επιβιώσει κάνοντας διάφορες δουλειές, Μια καταθλιπτική περίοδος όπου εργάστηκε σαν σερβιτόρος στα τρένα, μουσικός σε οίκους ανοχής, ημιεπαγγελματίας παίκτης του μπάσκετ, κατά την οποία όμως ρούφηξε όλη τη γνώση που του πρόσφεραν χαρισματικοί άνθρωποι που γνώριζε στις δουλειές που έκανε. Ο ρατσισμός που βίωσε τον έκανε να καταφύγει στην τέχνη.

Ο Gordon Parks ήταν μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της φωτογραφίας του 20ου αιώνα. Ανθρωπιστής, με βαθιά αφοσίωση στην κοινωνική δικαιοσύνη, άφησε πίσω του μεγάλο έργο που καταγράφει πολλά από τα πιο σημαντικά θέματα της αμερικανικής κουλτούρας με έμφαση στις φυλετικές σχέσεις, τη φτώχεια, τα πολιτικά δικαιώματα και την αστική ζωή, από τις αρχές του 1940 έως τον θάνατό του το 2006. Ήταν ο πρώτος μαύρος φωτογράφος που προσλήφθηκε από το περιοδικό Life το 1948 και εργάσθηκε σε αυτό έως το 1968.

Γεννήθηκε στη φτώχεια, την περίοδο του φυλετικού διαχωρισμού στο Κάνσας του 1912 και βλέποντας εικόνες μεταναστών δημοσιευμένες σ’ ένα περιοδικό, αποφάσισε να ασχοληθεί με την φωτογραφία. Αρχικά αγόρασε μια κάμερα από ένα ενεχυροδανειστήριο, έμαθε να τη χρησιμοποιεί μόνος του και παρά την έλλειψη επαγγελματικής εκπαίδευσης έπιασε δουλειά στην Ένωση Αγροτικής Προστασίας (Farm Security Administration F.S.A.). (Η δημιουργία του κυβερνητικού προγράμματος της F.S.A. ήταν ένα πείραμα της αμερικανικής κυβέρνησης το 1935 που είχε ως σκοπό να φωτογραφήσει και να καταγράψει τις συνθήκες ζωής των Αμερικανών αγροτών που μετατράπηκαν σε εσωτερικούς μετανάστες κατά τη περίοδο του οικονομικού κραχ, με σκοπό το κράτος να εξασφαλίσει οικονομικές χορηγίες από ιδιωτικές εταιρίες για την δημιουργία οργανισμών και προγραμμάτων που θα ανακουφίσουν τους αγρότες.)

Ο Parks σύντομα ανέπτυξε ένα προσωπικό στυλ φωτογραφίας που τον καθιέρωσε ως έναν από τους πιο διάσημους φωτογράφους της εποχής του. Όταν το FSA έκλεισε το 1943, ο Parks έγινε ανεξάρτητος φωτογράφος δουλεύοντας παράλληλα για περιοδικά μόδας αλλά και καταγράφοντας τα κοινωνικά προβλήματα που ήταν ουσιαστικά το πάθος του. Επιπλέον ήταν καταξιωμένος σύνθετης, συγγραφέας και σκηνοθέτης και συναναστρεφόταν με πολλές εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής όπως πολιτικούς, καλλιτέχνες, διασημότητες και αθλητές.

Το 1948 έκανε μια έκθεση φωτογραφίας με θέμα τη ζωή ενός αρχηγού συμμορίας του Harlem και έτσι κέρδισε τη θέση του πρώτου αφροαμερικανού φωτογράφου και συγγραφέα στο περιοδικό “Life”. Ο Parks έμεινε στο “Life” για δύο δεκαετίες καλύπτοντας θέματα όπως η φτώχεια και ο ρατσισμός, αλλά και φωτογραφίζοντας διάσημους πολιτικούς και καλλιτέχνες.

Ο Parks πέρασε το μεγαλύτερο μέρος των τριών τελευταίων δεκαετιών της ζωής του, επεκτείνοντας το ύφος του και πειραματιζόμενος με την έγχρωμη φωτογραφία. Συνέχισε να εργάζεται μέχρι το θάνατό του το 2006, κερδίζοντας πολλά βραβεία, όπως το «Εθνικό Μετάλλιο των Τεχνών» το 1988 και πάνω από πενήντα επίτιμα ντοκτορά. Ήταν επίσης σημαντικός σκηνοθέτης και συνθέτης και το 1969 έγινε ο πρώτος αφροαμερικανός που έγραψε και διεύθυνε μεγάλου μήκους ταινία στο Χόλυγουντ. Σύμφωνα με τον Dr Henry Luis Gates Jr, διευθυντή του W.E.B. ερευνητικού κέντρου του Χάρβαρντ, ο Gordon Parks είναι ο πιο διάσημος έγχρωμος φωτογράφος στην ιστορία της φωτο-δημοσιογραφίας. Μάλιστα είχε πει πως οι εικόνες του Gordon Parks θα μείνουν μαζί μας για πολύ καιρό, ακόμα και όταν τα γεγονότα που φωτογράφισε έχουν ήδη ξεχαστεί, απόδειξη της ιδιοφυούς τέχνης του, που υπερβαίνει τον χρόνο, τον τόπο και το θέμα.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 στράφηκε στον κινηματογράφο και το 1971 σκηνοθέτησε την ταινία "Shaft", με σκοπό να προσελκύσει τους μαύρους Αμερικανούς, οι οποίοι αποτελούσαν μια φτωχή και καταπιεζόμενη φυλετική ομάδα, επιχειρώντας για πρώτη φορά να αναδείξει έναν έγχρωμο Αμερικανό ως ήρωα δράσης αντίστοιχο του λευκού Τζέιμς Μποντ, δημιουργώντας ένα είδος ταινιών που έγιναν γνωστές με τον όρο «blaxploitation» (από τις λέξεις black-μαύρος και exploitation-εκμετάλλευση).  Η μουσική της ταινίας  "Shaft" είναι του Isaac Hayes και τιμήθηκε με το  Oscar® for Best Original Song (είναι η μουσική υπόκρουση που ακούτε).  

Το 1969 ο Παρκς είχε γυρίσει την πρώτη του ταινία, με τίτλο The Learning Tree, που βασίστηκε στην αυτοβιογραφία του, με κύρια θέματα τον ρατσισμό, τη φτώχεια και τον έρωτα στις αμερικανικές μεσοδυτικές πολιτείες

bottom of page